Перевод: со всех языков на немецкий

с немецкого на все языки

τὸν σεαυτοῦ πλ

См. также в других словарях:

  • σεαυτού — και σαυτού, ής / σεαυτοῡ και σαυτοῡ, ῆς, ΝΑ, και ιων. τ. σεωυτοῡ και στον Όμ. σοῡ αὐτοῡ Α (αυτοπαθής αντων. β εν. προσ. μόνο στις πλάγιες πτώσεις) 1. εσένα τού ίδιου, τού ίδιου τού εαυτού σου 2. φρ. α) «γνώθι σαυτόν» γνώρισε τον εαυτό σου, μάθε… …   Dictionary of Greek

  • ονειροπολώ — (Α ὀνειροπολῶ, έω) [ονειροπόλος] 1. απομακρύνομαι νοερά από την πραγματικότητα και περιπλανώμαι στους κόσμους τού ονείρου και τής φαντασίας, πλάθω όνειρα ενώ είμαι ξύπνιος, αναπολώ κάτι ευχάριστο που συνέβη στο παρελθόν ή πλέκω φανταστικές και… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»